辞書 ドイツ語 - ギリシャ語

Deutsch - ελληνικά

Uhr ギリシャ語で:

1. Ρολόι Ρολόι


Αυτός θέλει ένα ρολόι σαν το δικό σας.
Ο πάτερας μου επισκεύασε το παλιό μου ρολόι.