辞書 ギリシャ語 - オランダ語

ελληνικά - Nederlands, Vlaams

οδοντόβουρτσα オランダ語:

1. tandenborstel tandenborstel



オランダ語 "という言葉οδοντόβουρτσα"(tandenborstel)集合で発生します。

Λεξιλόγιο για το μπάνιο στα ολλανδικά