辞書 ギリシャ語 - トルコ語

ελληνικά - Türkçe

έγκαυμα トルコ語:

1. yanmak yanmak



トルコ語 "という言葉έγκαυμα"(yanmak)集合で発生します。

Τραυματισμοί στα τουρκικά

2. güneş yanığı güneş yanığı



トルコ語 "という言葉έγκαυμα"(güneş yanığı)集合で発生します。

Λεξιλόγιο για την παραλία στα τουρκικά