辞書 ギリシャ語 - トルコ語

ελληνικά - Türkçe

μαγιό トルコ語:

1. mayo mayo



トルコ語 "という言葉μαγιό"(mayo)集合で発生します。

Λεξιλόγιο για την παραλία στα τουρκικά