辞書 ギリシャ語 - トルコ語

ελληνικά - Türkçe

ντουλάπα トルコ語:

1. elbise dolabı elbise dolabı



トルコ語 "という言葉ντουλάπα"(elbise dolabı)集合で発生します。

Έπιπλα στα τουρκικά

2. giysi dolabı giysi dolabı



トルコ語 "という言葉ντουλάπα"(giysi dolabı)集合で発生します。

Λεξιλόγιο για το υπνοδωμάτιο στα τουρκικά