辞書 ギリシャ語 - トルコ語

ελληνικά - Türkçe

τραυματισμός トルコ語:

1. hasar


Tayfundan gelen hasar büyüktü.
Ben, hasar için ödeme yaptım.

トルコ語 "という言葉τραυματισμός"(hasar)集合で発生します。

Τραυματισμοί στα τουρκικά