辞書 ギリシャ語 - トルコ語

ελληνικά - Türkçe

τσέλο トルコ語:

1. Çello Çello



トルコ語 "という言葉τσέλο"(Çello)集合で発生します。

Μουσικά όργανα στα τουρκικά