辞書 スペイン語 - ギリシャ語

español - ελληνικά

copia ギリシャ語で:

1. αντίγραφο αντίγραφο


Μπορείς να δανειστέις ένα αντίγραφο από οποιαδήποτε δημόσια βιβλιοθήκη.