辞書 ポーランド語 - ギリシャ語

język polski - ελληνικά

kreacja ギリシャ語で:

1. δημιουργία δημιουργία


Η Ελληνική Επανάσταση τελείωσε με την δημιουργία ενός μικρού Ελληνικού Κράτους στην άκρη της Βαλκανικής.