辞書 ルーマニア語 - ギリシャ語

limba română - ελληνικά

problemă ギリシャ語で:

1. πρόβλημα πρόβλημα


Έχω ένα πρόβλημα.
Θα πρέπει να αντιμετωπίσεις αυτό το πρόβλημα όσο δύσκολο και να φαίνεται.