辞書 トルコ語 - ギリシャ語

Türkçe - ελληνικά

masa ギリシャ語で:

1. γραφείο γραφείο



ギリシャ語 "という言葉masa"(γραφείο)集合で発生します。

Έπιπλα στα τουρκικά

2. τραπέζι τραπέζι


Η γάτα είναι κάτω απ'το τραπέζι.
Άφησα τα κλειδιά μου στο τραπέζι. Μπορείς να μου τα φέρεις, σε παρακαλώ;

ギリシャ語 "という言葉masa"(τραπέζι)集合で発生します。

Λεξιλόγιο για την τραπεζαρία στα τουρκικά