辞書 中国の - ギリシャ語

中文, 汉语, 漢語 - ελληνικά

器件 ギリシャ語で:

1. συσκευή



ギリシャ語 "という言葉器件"(συσκευή)集合で発生します。

Οι 15 κύριοι όροι για τους υπολογιστές στα κινέζικα