Vocabulário relacionado com fumar em grego

 0    15 フィッシュ    ultimate.pt.el
mp3をダウンロードする 印刷 遊びます 自分をチェック
 
質問 答え
cigarro
学び始める
τσιγάρο (ο.)
cigarro eletrónico
学び始める
ηλεκτρονικό τσιγάρο (ο.)
narguilé
学び始める
ναργιλές (α.)
fumo
学び始める
καπνός (α.)
cinza
学び始める
στάχτη (θ.)
cinzeiro
学び始める
σταχτοδοχείο (ο.)
vício
学び始める
εθισμός (α.)
prisca
学び始める
αποτσίγαρο (ο.)
fumador
学び始める
καπνιστής (α.)
fumador passivo
学び始める
παθητικός καπνιστής (α.)
fumador compulsivo
学び始める
βαρύς καπνιστής (α.)
nicotina
学び始める
νικοτίνη (θ.)
tabaco
学び始める
καπνός (α.)
filtro
学び始める
φίλτρο (ο.)
cancro do pulmão
学び始める
καρκίνος του πνεύμονα (α.)

コメントを投稿するにはログインする必要があります。